ἱπποκορυστής

ἱπποκορυστής
ἱππο-κορυστής, οῦ, ,
A marshaller, arranger of chariots,

ἀνέρες ἱπποκορυσταί Il.2.1

, 24.677; epith. of the Paeonians, 16.287, 21.205.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ιπποκορυστής — ἱπποκορυστής, ὁ (Α) 1. αυτός που φοράει περικεφαλαία με χαίτη αλόγου 2. πολεμιστής που μάχεται έφιππος ή πάνω σε άρμα («ἀνέρες ἱπποκορυσταί», Ομ. Ιλ.) 3. επίθ. τών Παιόνων («Παίονας ἱπποκορυστάς», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + κορυσ τής… …   Dictionary of Greek

  • Ἱπποκορυστής — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκορυστής — marshaller masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποκορυσταί — Ἱπποκορυστής masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκορυσταί — ἱπποκορυστής marshaller masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποκορυστῇ — Ἱπποκορυστής masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκορυστῇ — ἱπποκορυστής marshaller masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποκορυστήν — Ἱπποκορυστής masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκορυστήν — ἱπποκορυστής marshaller masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἱπποκορυστῶν — Ἱπποκορυστής masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱπποκορυστῶν — ἱπποκορυστής marshaller masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”